Τριάντα χρόνια, μερικά βίντεο με συγκινητική μουσική, δύο εκπληκτικά προσπεράσματα και μία γενιά φίλων της F1 έχουν τη λάθος εικόνα.
Ο Fernando Alonso, ένας εκ των δριμύτερων επικριτών της τωρινής εποχής, μίλησε σε δηλώσεις του στο Autosport για την καλή περίοδο της F1, αλλά και την πιο βαρετή· και προς έκπληξη αρκετών, δεν είναι η τρέχουσα, αλλά αυτή στην οποία μεσουρανούσαν οι Ayrton Senna και Alain Prost.
Ναι, ο Alonso βρήκε το θάρρος (αμφιβάλω, βέβαια, αν του έλειπε) να πει αυτό που σκεφτόμασταν χρόνια μερικοί από εμάς: δεν ήταν όλα τέλεια -όχι, ανακαλώ- τίποτα δεν ήταν τέλειο στα ’80s.
Με εξαίρεση το οδηγικό ταλέντο που υπήρχε στις τρεις μεγάλες ομάδες και σε αυτές παρέμενε, οι υπόλοιποι οδηγοί, οι ομάδες, καθώς και οι κανονισμοί ήταν επιεικώς απαράδεκτοι.
Ζούμε στην εποχή που το μεγαλύτερο ποσοστό των οδηγών μπορούν να κάνουν την έκπληξη, να βαθμολογηθούν από το πουθενά, να πανηγυρίσουν pole positions ή νίκες χωρίς καν να το βλέπουμε ως κάτι μη δεδομένα – κι όμως, δεν είναι.
Η F1 αποτελούσε σε εκείνες τις μακρινές περιόδους ένα σπορ για λίγους – όχι μόνο στον τομέα της συμμετοχής, αλλά και σε αυτόν της επιτυχίας. Λίγοι οδηγοί κατάφερναν να ξεχωρίσουν, γιατί μπόρεσαν να βρεθούν σε κομβικό σημείο στη σωστή ομάδα. Αυτό έδωσε δυνατότητα σε όλα τα «ινδάλματα» της εποχής (Senna, Prost, Piquet) να στεφθούν πρωταθλητές, πάντοτε με τα καλύτερα μονοθέσια.
Εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς: αυτό δεν ισχύει και τώρα; Φυσικά, αλλά σκεφτείτε αν εκείνη την περίοδο συνέβη κάτι αντίστοιχο με τη νίκη του Vettel στη Monza το 2008, του Kubica στον Καναδά το 2008. Ήταν πολύ πιο σπάνιο λόγω και των ζητημάτων αξιοπιστίας, του «μονοπώλιου», και του κακού ποιοτικά grid.
Η αλήθεια είναι πως κάθε εποχή, από την πρώιμη ως την σύγχρονη, διαθέτει και θετικά και αρνητικά, και δύσκολα θα βρεθεί ένας κοινός τόπος μεταξύ των φαν για την «πραγματικότητα». Οι άνθρωποι τείνουν να αγαπούν, να λατρεύουν ή και να θεωρούν το απόλυτο κάτι το οποίο μοιάζει μακρινό, ανεξάρτητα αν το έχουν ζήσει ή όχι. Επειδή ακριβώς έχουν περάσει 30 χρόνια από τότε, βλέπουν εκ του μακρόθεν τι συνέβαινε στο σύνολό του, απομονώνουν τις καλύτερες στιγμές, εμποτίζουν την «αλήθεια» τους με άφθονο συναίσθημα και προσπαθούν να μας πείσουν ότι «τότε ήταν τα καλά τα χρόνια».
Όχι, δεν ήταν. Πρέπει να έχουμε αίσθηση του τι συνέβη, τι συμβαίνει τώρα και πώς αυτά τα δύο συγκρίνονται στο φάσμα της όποιας πραγματικότητας – είπαμε, κι αυτό υποκειμενικό είναι. Δυστυχώς, ο άνθρωπος δεν μπορεί να αναγνωρίσει το σπουδαίο τη στιγμή που το ζει, περισσότερο γιατί τα μειονεκτήματα εντυπώνονται πιο δυνατά στον νου, διαγράφονται τα πλεονεκτήματα και μένει η γκρίνια.
Την πενταετία 2000-2004, μόνο όσοι υποστήριζαν τη Ferrari ή τον M. Schumacher χαίρονταν με την κατάσταση ως είχε. Οι υποστηρικτές των άλλων ομάδων ή μερικοί ουδέτεροι (ας τους αποκαλέσουμε «ισαποστάσηδες») είχαν το παράπονο της κυραρχίας ενός οδηγού και μίας ομάδας. Τώρα, 17 χρόνια μετά, δεν θα βρεθούν πολλοί που να μην λησμονούν εκείνες τις εποχές – ακόμα κι αυτοί που δεν υποστήριξαν ποτέ τον κόκκινο συνδυασμό.
Κι αυτό αποτελεί απλώς ένα αρκετά πρόσφατο παράδειγμα, ως proof of thought σε κάτι που κανείς δεν παραδέχεται, κι όμως όλοι το κάνουν.
Έτσι και τώρα, αρνούμαστε να δούμε τα θετικά της εποχής, είτε για προσωπικούς λόγους, είτε γιατί έχουμε ακόμα μέσα μας την πεποίθηση ότι το παλιό ήταν καλύτερο.
Αντίδοτο σε αυτήν την άγνοια είναι η παρακολούθηση αγώνων -τυχαίων κατά προτίμηση- και χωρίς να είναι γνωστό το τελικό αποτέλεσμα (άρα, ήδη εξαιρείται το 1988). Αν οι αγώνες του 1985 ή του 1990 σας φανούν πιο δελεαστικοί από έναν του 2016, τότε είναι λάθος όσοι υποστηρίζουν το βασικό επιχείρημα του άρθρου. Αν όμως δείτε πως η τωρινή εποχή σας «κερδίσει», τότε έχετε καταλάβει γιατί η λησμονιά, το νοσταλγικό συναίσθημα και η «θολούρα» στο μνημονικό έχουν δημιουργήσει παραμύθια μέσα από εφιάλτες.
Over and out.
Ακολουθήστε μας στα Twitter, Instagram, Youtube, Discord και Spotify