Η Ferrari βγάζει μία εικόνα που είχε τουλάχιστον δύο δεκαετίες να επιδείξει. Αυτό πρέπει να εκμεταλλευτεί φέτος, περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά, αν θέλει να φτάσει στον απόλυτο στόχο της.
Τις πρώτες κιόλας μέρες του 2019, η Ferrari πήρε μία γενναία -και μάλλον αναγκαία- απόφαση. Απέπεμψε τον Maurizio Arrivabene, αντικαθιστώντας τον με τον μέχρι πρότινος τεχνικό διευθυντή, Mattia Binotto. Κάθε μέρα που περνούσε υπό την ηγεσία του ‘Marlboro Man’ έμοιαζε πιο ασφυκτική από την προηγούμενη, όπως αποκαλύπτεται πλέον, μιας και η άτυπη «ομερτά» έχει πλέον αρθεί.
Μετά από δύο χαμένους τίτλους, και ολέθρια λάθη τόσο από τη μεριά της ομάδας, όσο και από τον Sebastian Vettel εντός πίστας, στο Μαρανέλο «σήμανε συναγερμός». Δεν ήταν εξιλαστήριο θύμα ο Arrivabene – ήταν ίσως η πηγή του κακού.
Η στάση του απέναντι στα media ήταν γνωστή, αλλά φαίνεται πως αντίστοιχη συμπεριφορά είχε κι εντός της ομάδας. Άνθρωπος συγκεντρωτικός, αυταρχικός, που επέρριπτε ευθύνες και δεν ενέπνεε εμπιστοσύνη στους υφισταμένους του.
Αυτή η επιλογή του εκλιπόντος Sergio Marchionne αντικαταστάθηκε από μία άλλη, που ο Ιταλο-Καναδός πρόεδρος της Scuderia πήρε λίγο πριν τον θάνατό του, και την οποία εκτέλεσε ο διάδοχός του, John Elkann.
Ο Binotto έρχεται πλέον να συσπειρώσει μία ομάδα που, αν και δε διαλύθηκε ποτέ πραγματικά, επί της ουσίας έχασε την ενότητά της και μαζί με αυτήν, και την δυναμική που είχε. Χωρίς ο Arrivabene να σπέρνει τη διχόνοια εμπράκτως, ουσιαστικά διατάραξε τις ισορροπίες και έκανε ένα συμπαγές οικοδόμημα υπό την ηγεσία του Marchionne να μοιάζει με ετοιμόρροπο κτίσμα στο κέντρο της Αθήνας.
Σε αυτό βοηθά τα μέγιστα και ο ερχομός του Charles Leclerc, που αποτελεί κι αυτός με τη σειρά του επιλογή Marchionne. Ο Μονεγάσκος υπήρξε υποδειγματικός στην rookie χρονιά του, πήρε σημαντικά αποτελέσματα, ίσως καλύτερα από αυτά που θα άξιζε η Sauber με βάση την δυναμική της C37 (χαρακτηριστικό παράδειγμα το Γαλλικό Grand Prix), και αυτό «κέρδισε» τον ισχυρό άνδρα του Μαρανέλο. Και πάλι, ο Elkann δεν έκανε τίποτα παραπάνω από το να εκτελέσει ήδη ειλημμένες αποφάσεις.
Με αυτές τις δύο αλλαγές και χτίζοντας πάνω στην γερή -κατά τα άλλα- βάση του 2018, η Scuderia ξεκίνησε το 2019 με τον ίδιο στόχο, αλλά με ριζικά διαφορετική προσέγγιση. Το πρωτάθλημα είναι, και θα είναι για πάντα ίσως, ο απόλυτος στόχος στη Ferrari, αλλά ο τρόπος με τον οποίο παλεύει για αυτόν είναι και ο λόγος για τον οποίον έχει αποτύχει εδώ και μία δεκαετία.
Η Ferrari του Enzo «πέθανε» πολύ γρήγορα μετά τον θάνατο του ιδρυτή της, με τον Jean Todt να αναλαμβάνει το 1993 μία ομάδα ρημαγμένη, και μέσα σε 6 χρόνια, να τη φέρνει σε επίπεδο πρωταθλητισμού. Έγινε μία ομάδα με πλάνο, όραμα, αγάπη για την καινοτομία και προσπάθεια για το μέγιστο, ακολουθώντας πρακτικές που θύμιζαν περισσότερο αγγλική, παρά ιταλική ομάδα. Άλλαξε η κουλτούρα, η φιλοσοφία, το μενταλιτέ, και όλα αυτά, όσο περνούσαν τα χρόνια, έδωσαν μία άλλη όψη σε ένα σύνολο ανθρώπων που έβγαζαν σιγουριά και στα δύσκολα.
Αυτή την παλιά, παρωχημένη Ferrari επανέφερε ως ένα βαθμό ο Arrivabene, που με «σιδερένια γροθιά» διοικούσε ένα team φοβισμένων, εσωστρεφών ανθρώπων, οι οποίοι γνώριζαν πολύ καλά πως δεν είχαν περιθώριο για λάθη. Κουβαλώντας όλες τις αποτυχίες της περασμένης δεκαετίας στους ώμους τους, άπαντες στο εργοστάσιο και στην πίστα πίστευαν πως μόνο έτσι μπορούν να επιστρέψουν στην κορυφή.
Αυτό αποδείχθηκε περίτρανα πως ήταν λάθος, παρά τα θετικά αποτελέσματα, αφού στο τέλος, εκεί που πρέπει μία ομάδα να «βγάλει χαρακτήρα», να πάρει τις σωστές αποφάσεις και να φέρει τα πράγματα ολοκληρωτικά με το μέρος της, η Scuderia «πνίγηκε» υπό το βάρος των ίδιων της των προσδοκιών, με ένα αφεντικό που κουνούσε το δάχτυλο, αντί να σηκώσει τα μανίκια.
Αυτό το αφεντικό ελπίζουν όλοι στη Ferrari πως θα είναι ο Binotto. Κι έχουν κάθε λόγο να το πιστεύουν, αν κρίνει κανείς από τις χειμερινές δοκιμές. Άπαντες, από τους οδηγούς μέχρι το τεχνικό επιτελείο και τους μηχανικούς, έβγαζαν μία πολύ διαφορετική εικόνα στη Βαρκελώνη. Η εσωστρέφεια αντικαταστάθηκε από μία εξωστρέφεια (με την θετική έννοια), με μία αισιοδοξία που, αν και συγκρατημένη, ήταν κάτι παραπάνω από ευδιάκριτη και από μία εικόνα που «έβγαζε υγεία». Πέραν των όσων έγιναν στην πίστα, το θετικό κλίμα στο εσωτερικό του Μαρανέλο είναι εξίσου σημαντικό με την αγωνιστική του απόδοση.
Καλύτερος χειμώνας, δεν θα μπορούσε να υπάρξει
Το μόττο των χειμερινών δοκιμών είναι πως «δεν βγαίνουν ασφαλή συμπεράσματα». Εμείς πρώτοι το λέμε, το γράφουμε και το πιστεύουμε μέχρι τέλους. Ωστόσο, μπορούν να γίνουν συγκρίσεις ανάμεσα σε ομάδες που γνωρίζει κανείς εξ αρχής πως θα είναι κοντά σε απόδοση.
Εύλογα, θα πει κανείς, πως δε γνωρίζουμε τα φορτία καυσίμων κάθε ομάδας ή τις ρυθμίσεις στον κινητήρα. Αλλά, μπορούμε να θέσουμε ορισμένες σταθερές. Μία από αυτές, είναι τα ελαστικά και, σε δεύτερο επίπεδο, το πρόγραμμα που ακολουθεί κάθε ομάδα. Όταν ένας οδηγός βγαίνει στην πίστα με τη C2 γόμα, γράφει απανωτούς γύρους κοντά στο 1:21-22, και αυτό το run διαρκεί περίπου όσο και ένας αγώνας, καταλαβαίνει κανείς πως κάνει προσομοίωση αγώνα.
Στις τελευταίες προσομοιώσεις αγώνα της Scuderia, με τον Leclerc στο τιμόνι, τα πράγματα έδειχναν άκρως ενθαρρυντικά για την απόδοση της SF90 σε πιο μεγάλα stints. Χαρακτηριστικά, παραθέτουμε το γυρολόγιο του Μονεγάσκου την προτελευταία μέρα των δοκιμών, όπως το κατέγραψαν οι φίλοι μας @f1debrief στο Twitter.
Η σταθερότητα (ή συνέπεια, αν θέλετε) που διακρίνει αυτό το γυρολόγιο είναι ίσως η πιο μεγάλη κατάκτηση της Ferrari στις δοκιμές. Στον έναν γρήγορο γύρο, ο Lewis Hamilton είπε πως μπορεί να υστερούν ακόμα και μισό δευτερόλεπτο από τη Scuderia:
«Πιστεύω [πως η διαφορά] μπορεί να είναι και 0,5 δλ. Κάπου εκεί.»
Λίγες ώρες μετά, έγραψε χρόνο μόλις 3 χιλιοστά πιο αργό από εκείνον του Vettel, οπότε αυτό επιβεβαιώνει το μόττο που αναφέρθηκε ανωτέρω.
Πέραν των χρόνων, όμως, μίλησε και ο Leclerc:
«Προφανώς, όπως και κάθε ομάδα, έτσι κι εμείς δεν δίνουμε το 100%. Υπάρχει ακόμα περιθώριο, και για εμένα, έχω ακόμα να μάθω πράγματα.»
Η αισιοδοξία είναι διάχυτη στους Ιταλούς, η ανησυχία των αντιπάλων δεδομένη, μιας και, όσο κι αν υπερβάλλει ο Hamilton, η Mercedes πράγματι έχει ζητήματα να λύσει, όπως είναι αυτό της ισορροπίας και της ταχύτητας στις στροφές.
Παρόλα αυτά, αυτός είναι ο πρώτος χειμώνας της υβριδικής εποχής, που η Ferrari ξεκινά τη χρονιά σίγουρη για τον εαυτό της, τις δυνατότητές της, την προσέγγιση που θα έχει, γνωρίζοντας παράλληλα και τα σημεία στα οποία πρέπει να βελτιωθεί, όπως είναι η αξιοπιστία, με δύο προβλήματα στο σύστημα εξάτμισης και στα ηλεκτρικά να την ταλαιπωρούν στο δεύτερο τεστ. Φυσικά, ύψιστης σημασίας είναι και η σταθερότητα, ή μάλλον η σταθερά ανοδική πορεία μες στη χρονιά. Εκεί θα φανεί αν μπορούν οι Ιταλοί να εκμεταλλευτούν ένα δυνατό ξεκίνημα για να τελειώσουν αυτό που έχουν αφήσει στη μέση εδώ και δύο χρόνια.
Η ευκαιρία της
Νέος διευθυντής, νέος οδηγός, γερή βάση, δυναμικό ξεκίνημα. Η Ferrari οφείλει πλέον, τόσο στον εαυτό της, όσο και απέναντι στο άθλημα, να πετύχει αυτά που θέλει. Το 2017 ήταν η αρχή, το 2018 ήταν η τελευταία ευκαιρία για λάθη, το 2019 πρέπει να γίνει η χρονιά της επιτυχίας.
Οι οιωνοί είναι θετικοί. Κι ας… πονοκεφαλιάσει ο Binotto με το ποιον οδηγό να στηρίξει για τον τίτλο. Αν φτάσει εκεί, η Scuderia γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα να ξεκαθαρίζει ρόλους και να δείχνει την προτίμησή της σε έναν οδηγό με στόχο τον πρωταθλητισμό.
Το ζητούμενο είναι να φτάσει εκεί. Θα μπορέσει;
Ακολουθήστε μας στα Twitter, Instagram, Youtube, Discord και Spotify