Με έναν ακόμα τίτλο στη Formula 1, ο Fernando Alonso δεν θα έψαχνε την επιτυχία αλλού.
Έχετε σκεφτεί πότε πώς μία απόφαση στη ζωή σας έχει επηρεάσει άμεσα (ή έμμεσα) την επόμενη, και την μεθεπόμενη, ώσπου να δημιουργηθεί ένα ντόμινο καλών (ή, συνήθως, κακών) αποφάσεων;
Αν όχι, σκεφτείτε πως ο Fernando Alonso περνά ακριβώς αυτό, στη χειρότερη δυνατή μορφή, αφού του κόστισε την καριέρα του.
Από την πρώτη στιγμή που βρέθηκε στη Formula 1, ο Alonso τράβηξε τα βλέμματα πάνω του – σε πρώτη φάση, για τις απαράμιλλες οδηγικές του ικανότητες και το ακατέργαστο ταλέντο του. Έπειτα, έγινε γνωστός για τον «τσαμπουκά» του, την ωμή αντιμετώπιση των media και των αντιπάλων του.
Στο τέλος, όμως, και όσο κέρδιζε την θέση του στο σπορ και κατακτούσε νίκες και πρωταθλήματα, το αυθόρμητο του χαρακτήρα του έγινε θράσος, και η μεγαλοστομία έγινε συνώνυμό του.
Το 2006, ο Alonso φεύγει από τη Renault ως ήρωας, ως ο άνθρωπος που κατάφερε να κερδίσει στα ίσια τον Michael Schumacher. Δεκατρία χρόνια μετά, έχουν μεσολαβήσει τόσα πολλά, που αυτό το σπουδαίο επίτευγμα μοιάζει πολύ, πολύ μακρινό.
Το «εγώ» πάνω από το «εμείς»
Το motorsport είναι ένα ομαδικό άθλημα, ακόμα κι αν εκ πρώτης όψεως, ένας άνθρωπος (ο οδηγός) κάνει το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς. Για να μπορέσει ο οδηγός να αποδώσει μέσα στην πίστα, θα πρέπει μία ομάδα κοντά στα 1000 άτομα (για τα μεγάλα εργοστάσια) να δουλέψει για 18 μήνες πάνω σε ένα τελικό προϊόν, με ελάχιστη αναγνώριση στη δημόσια σφαίρα, ακόμα κι αν από αυτούς εξαρτάται ένα σημαντικό ποσοστό της επιτυχίας ή της αποτυχίας στην πίστα.
Όταν ο «πρωταγωνιστής», ο οδηγός, δεν έχει καλή σχέση/επικοινωνία/σύνδεση με αυτούς τους ανθρώπους, είναι θέμα χρόνου η κατάρρευση του οικοδομήματος.
Στη Ferrari της 5ετίας 2010-2014, η κατάσταση μύριζε μπαρούτι από νωρίς. Ο Alonso, μην έχοντας την υπομονή και βλέποντας ότι η Scuderia πήγαινε από λάθος σε λάθος, στράφηκε εναντίον της, μπροστά και πίσω από τις κάμερες, με team radios, με δηλώσεις που έριχναν το ήδη πεσμένο ηθικό στο Μαρανέλο.
Είναι σαφές πως το ίδιο συνέβη και στη McLaren επί Honda, όπου το επικοινωνιακό μοτίβο ήθελε τους Ιάπωνες να φέρουν σχεδόν το 100% της ευθύνης για τις συνεχείς εγκαταλείψεις και την έλλειψη ανταγωνιστικότητας, αν και στην πραγματικότητα, αυτό φάνηκε πως ήταν ψέμα μετά την πρώτη χρονιά συνεργασίας με τη Renault.
Στο σήμερα
Και σήμερα, 13 χρόνια μετά τον τελευταίο του τίτλο στην F1, και 6 χρόνια από την τελευταία του νίκη στο σπορ που λατρεύτηκε σαν θεός, ο Alonso αποζητά συνεχώς την επιτυχία αλλού.
Πρώτα, στο Indy 500 το 2017, όπου έμοιαζε να είναι πραγματικό φαβορί για τη νίκη, προτού τον προδώσει (ω, τι ειρωνεία!) ο κινητήρας της Honda. Είναι, όμως, κι αυτό μέσα στο παιχνίδι, και η αλήθεια είναι πως η αναξιοπιστία του συγκεκριμένου μοτέρ ήταν ζήτημα και για άλλες ομάδες που τον χρησιμοποιούσαν εκείνη τη σεζόν.
Μετά, ήρθε η εξόρμηση στο WEC, με την Toyota, που πλέον δεν είχε αντίπαλο, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Όντας η μοναδική ομάδα με υβριδικό μοτέρ, διέλυσε τον ανταγωνισμό και η μάχη μεταξύ των δύο πληρωμάτων της ήταν η μόνη πρόκληση που είχε να αντιμετωπίσει ο Ισπανός.
Πήρε τη νίκη στις 24 ώρες του Le Mans, έγραψε ιστορία, σπάζοντας την κατάρα της Toyota, αλλά ακόμα δεν είχε ολοκληρωθεί το παζλ.
Το ‘masterplan’ είναι η κατάκτηση του ‘Triple Crown’, ένα επίτευγμα που μόνο ο Graham Hill έχει καταφέρει στην ιστορία του μηχανοκίνητου αθλητισμού. Μόνο έτσι θα μπορέσει ο Alonso να μείνει στην ιστορία χωρίς να έχει άλλον τίτλο στην F1.
Η αποτυχία του συνονθυλεύματος
Και δεν έχει άδικο. Όλες οι λάθος αποφάσεις που έχει πάρει, όλα όσα είπε δημόσια γκρεμίζοντας κάθε «γέφυρα» και κάθε ευκαιρία του για μία θέση σε ομάδα-νικητή, όλα αυτά θα μπορέσουν κάπως να αναιρεθούν, να περάσουν σε δεύτερη μοίρα αν κι εφόσον πετύχει αυτό το ανδραγάθημα.
Η McLaren, έχοντας πλέον τη νοοτροπία του «κοσμοπολίτη» Zak Brown και όχι του αυστηρού και ορθολογιστή Ron Dennis, πήρε την απόφαση να κατέβει με δική της ομάδα για το φετινό Indy 500.
Αυτή η κίνηση προϋπέθετε τη συνεργασία (έστω και σε τυπικό επίπεδο) με μία ήδη υπάρχουσα ομάδα, κι αφού η Ed Carpenter Racing έκλεισε την πόρτα στη μούρη τους, η Carlin ήταν η μοναδική εναλλακτική. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως θα έπρεπε να έχουν κινητήρες Chevrolet, όχι Honda.
Εδώ ξεκινά το πρόβλημα για το Woking. Δεν συνεργάζεται με ένα έμπειρο και πολύ πετυχημένο team (η ECR είναι κορυφαία σε αυτόν τον αγώνα, και ο ίδιος ο Carpenter ένας πραγματικός μαέστρος του οβάλ), οπότε αναγκάζεται να στελεχώσει η ίδια την ομάδα της με προσωπικό που γνωρίζει την Ινδιανάπολη καλά.
Πράγματι, ο Bob Fernley (αφεντικό ομάδων-νικητών τη δεκαετία του ’80 στο Indy) αναλαμβάνει επικεφαλής, ο Gil de Ferran, νικητής του 2003, γίνεται σύμβουλος του Alonso, και η Carlin δίνει team crew που έχει πείρα από τον αγώνα, όλα για να μπορέσει ο Ισπανός (και η ίδια η McLaren, κακά τα ψέματα) να πετύχει αυτό που θέλει όσο τίποτε άλλο.
Ωστόσο, οι εξαιρετικές μονάδες δεν είναι εγγυημένο πως θα χτίσουν και ένα πετυχημένο σύνολο. Ο Fernley ήταν προσθήκη 8 μηνών πριν, ο de Ferran είχε μέχρι και πριν μερικούς μήνες το ρόλο του επικεφαλής στο πρόγραμμα της F1, και η Carlin πολύ απλά δεν είχε ιδέα πώς λειτουργεί η McLaren, άρα δεν ήξερε πώς να βοηθήσει πιο αποτελεσματικά.
Εν ολίγοις, συστήθηκε μία ομάδα που, αν και σε ατομικό επίπεδο μοιάζει dream team, όταν έπρεπε να εργαστεί ομαδικά και να πάρει αποφάσεις, ήταν ερασιτεχνικού επιπέδου.
Αποτέλεσμα αυτού του συνονθυλεύματος ήταν ο αποκλεισμός από τον αγώνα της Κυριακής, με τον Alonso να κατατάσσεται 34ος, μετά από μία σειρά λαθών στο set-up (φτάσανε στο σημείο να πάρουν το στήσιμο της Penske και το πρόγραμμα αναρτήσεων της Andretti), ατυχιών (όπως η βροχή που έπεσε και περιόρισε τις δοκιμές), και κακής στρατηγικής.
«Από την αρχή φάνηκε πως θα ήταν δύσκολος ο δρόμος, αλλά δεν υπάρχουν δικαιολογίες – δεν τα καταφέραμε,» δήλωσε ο Brown.
«Ζητώ συγνώμη που δεν μπορέσαμε να φέρουμε τη McLaren και τον Alonso στον αγώνα. Η ομάδα έκανε τα πάντα για αυτό και τους ευχαριστώ. Ξέρουμε τι κάναμε λάθος και θα το διορθώσουμε.»
Η επόμενη μέρα
Η αποτυχία πέρασε, το χθες είναι παρελθόν, ο Alonso φέτος δεν θα επιχειρήσει το ‘Triple Crown’. Από εδώ και πέρα, τι συμβαίνει;
Όσο γράφονται αυτές οι γραμμές, η McLaren δηλώνει αισιόδοξη και, με αυτόν τον τρόπο, προμηνύει την επανάληψη του εγχειρήματος, αλλά με μία ουσιαστική διαφορά: θέλει να τρέξει πλήρη σεζόν.
Όλο το Σ/Κ στην Ινδιανάπολης, οι φήμες που θέλουν τη βρετανική φίρμα να θέλει να εξαγοράσει μία υπάρχουσα ομάδα οργίασαν, κι αν κάτι τέτοιο ισχύει, τότε σίγουρα ο Alonso θα είναι σε πρώτο πλάνο.
Ακόμα κι αυτό να μη συμβεί, βέβαια, η συμμετοχή της στο Indy 500 του 2020 μπορεί να θεωρείται δεδομένη. Και με τον Alonso πάλι σε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Τα λάθη που έγιναν φέτος είναι πολλά, και αρκετά εξ αυτών προέκυψαν κι από την βιάση των ανθρώπων της ομάδας και του ίδιου του οδηγού να πετύχουν το συντομότερο δυνατό, με τον πιο «εύκολο» τρόπο.
Αλλά μπήκαν σε αχαρτογράφητες περιοχές, και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το όνομα ‘Fernando Alonso’ δε σημαίνει τίποτα στους Carpenter, Hinchcliffe, Rossi, Pagenaud, Power.
Και καλά κάνει.
Ακολουθήστε μας στα Twitter, Instagram, Youtube, Discord και Spotify