Long Form: Πώς μπορεί ένας οδηγός να μπει στη συζήτηση των καλύτερων όλων των εποχών

[dropcap size=big]Η[/dropcap] συζήτηση για τον καλύτερο όλων των εποχών στη Formula 1 δεν θα καταλήξει ποτέ σε ένα τελικό συμπέρασμα – και καλά θα κάνει. Αλλά, τι είναι αυτό που βάζει έναν οδηγό σε αυτήν τη κουβέντα; Και ποιοι οδηγοί θα έπρεπε να συγκαταλέγονται σε αυτή την υποθετική λίστα;

Από το 1950 ως και το 2019, 33 οδηγοί έχουν στεφθεί πρωταθλητές, κι εξ αυτών οι 16 έχουν πάρει τον τίτλο μόλις μία φορά. Εύλογα, θα έλεγε κανείς, πως και οι 33 θα έπρεπε να μπαίνουν στη συζήτηση (ή και να την ολοκληρώνουν ακόμα) για τον GOAT. Αλλά, οφείλουμε να θέσουμε ορισμένους κανόνες σε αυτή τη συζήτηση στην οποία μετέχετε -βουβά- κι εσείς:

Δεν υπάρχει μία μορφή, ένας οδηγός καλύτερος όλων. 

Το motorsport εν τω συνόλω του, και η F1 συγκεκριμένα, είναι μία τρομακτικά μεταβαλλόμενη μορφή αθλητισμού. Μόνο μέσα στη δεκαετία που μας αφήνει, την περίοδο 2010-2019, το σπορ έχει περάσει από τρεις (!) γενιές μονοθέσιων και μία τεράστια αλλαγή στους κινητήρες. Επομένως, δεν είναι συγκρίσιμα μεγέθη οι οδηγοί μεταξύ γενεών. Μόνο μέσα στην εποχή κατά την οποία έδρασε και μεγαλούργησε μπορεί να κριθεί ο Fangio, ο Clark, ο Prost, ο Senna, ο Schumacher, ο Hamilton.

Επίσης, είναι θλιβερό το επιχείρημα «αν ο Hamilton ήταν στο μονοθέσιο του Prost, θα ήταν τελευταίος». Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για τον Γάλλο, αν τον βάλεις στην W10 του Hamilton. Δεν συγκρίνονται οι εποχές μεταξύ τους, δε γίνεται. Δεν υπάρχουν παρά ελάχιστες σταθερές αυτά τα 70 χρόνια: τιμόνι, γκάζι, φρένο. Και αυτά, δεν είναι και τόσο «σταθερά» όσο φαίνονται.

Έχοντας καλύψει αυτό, είναι αναγκαίο να μπουν οι βάσεις της συζήτησης. Εφόσον έχει γίνει σαφές πως η σύγκριση ανάμεσα σε οδηγούς του ’50 με εκείνους του 2010, θα πρέπει να υπάρξει ένα μέτρο σύγκρισης των οδηγών που δεν θα αφορά μόνο στείρους αριθμούς, αλλά και το τι άφησε ο εκάστοτε οδηγός πίσω του, το κληροδότημά του στις επόμενες γενιές, τον αντίκτυπο που είχε τελικά στην F1, στους συναθλητές του, στην ομάδα του.

Υπό αυτό το πρίσμα, προέρχονται και οι 5 παράμετροι που τίθενται ως η αρχή του παντός για αυτήν την -τονίζεται- υποθετική λίστα.

1. Καριέρα και αριθμοί

Αυτό είναι το πιο «απλό», άμεσο μέτρο για να αξιολογηθεί ένας οδηγός μέσα στον χρόνο. Προφανώς ένας πρωταθλητής, ένας πολυνίκης του σπορ αξίζει μία θέση στη λίστα των κορυφαίων. Ο Michael Schumacher, που ακόμα έχει το ρεκόρ των 7 παγκόσμιων τίτλων και των 91 νικών, ο Lewis Hamilton που λίγο θέλει να τον φτάσει και στα δύο, ο Ayrton Senna, ο Alain Prost, ο Juan-Manuel Fangio, και πόσοι ακόμα πρωταθλητές είναι τόσο ψηλά στις συνειδήσεις του κόσμου, κι όχι άδικα. 

Ακόμα και η κατάκτηση ενός τίτλου είναι ένα τεράστιο επίτευγμα. Οι Nigel Mansell, Damon Hill, Jacques Villeneuve, Kimi Raikkonen, Jenson Button, Nico Rosberg είναι οι μία φορά πρωταθλητές των καιρών μας. Δεν είναι τυχαίο ότι πήραν τίτλο, ακόμα κι αν δεν ήταν εμφατικός, ή αν στάθηκε πάνω σε θεμέλια (που τελικά αποδείχθηκαν από την ιστορία) σαθρά.

2. Αντίκτυπος στο σπορ

Ο αντίκτυπος στο σπορ συνολικά είναι ένας τρόπος να δει κανείς το πώς άλλαξε ένας οδηγός το άθλημα ή πως συνέφερε στην διαφοροποίηση ορισμένων παραμέτρων του. Ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτής της μεθόδου αξιολόγησης είναι ο Schumacher. 

Ο Γερμανός υπήρξε ο πρώτος οδηγός που έβαλε σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της προσωπικής άσκησης, του απτού αθλητισμού μέσα στην F1. Σε μία εποχή που ο αθλητισμός γενικότερα άλλαζε αργά, αλλά σταθερά, σχεδόν σε κάθε επίπεδο, ο ‘Schumi’ κατάλαβε (ιδίως μετά το ατύχημα που είχε στο Silverstone το 1999) ότι η φυσική κατάσταση ενός οδηγού πρέπει να είναι άψογη για να μπορέσει να αποδώσει στο μέγιστο μέσα στο μονοθέσιο.

Δεν ήταν ο πρώτος που γυμνάστηκε επισταμένως, όμως. Προηγήθηκε ο Ayrton Senna, που μέσα σε όλα τα οδηγικά του ταλέντα, ήταν κι ένας οδηγός με διάρκεια, με αντοχές. Η Βραζιλία το ’91 το απέδειξε περίτρανα αυτό. 

Πέραν αυτού, φυσικά, πολλοί οδηγοί, ειδικά στις απαρχές του σπορ, έδωσαν το στίγμα τους οδηγικά, δείχνοντας πώς μπορεί να οδηγηθεί ένα μονοθέσιο χωρίς αεροτομές, χωρίς βοηθήματα. Οι καινοτόμοι των πρωτολείων χρόνων της F1, οι Fangio, Farina, Ascari, Moss, χάραξαν ένα δικό τους μονοπάτι που ακολουθήθηκε από τους συγχρόνους του, μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του ’60, όταν στο προσκήνιο βγήκε ο Jim Clark για να αλλάξει άρδην το status quo, μετατρέποντας σε κάτι τελείως δικό του τα διδάγματα των προηγουμένων του.

Κι αν υπάρχει ένας οδηγός του οποίου η συνεισφορά στο άθλημα υποτιμάται τακτικά, είναι αυτή του Gilles Villeneuve. Ο Καναδός ξεπέρασε τα όρια ουκ ολίγες φορές, κι ίσως αυτό να του στοίχισε τελικά τη ζωή το 1982, όμως υπήρξε εκείνος που είδε τη γραμμή που χώριζε το λογικό με το παράλογο, το φυσικό με το αφύσικο, την αγνόησε πλήρως και χάραξε τη δική του, μίλια μετά από αυτήν των συγχρόνων του. «Νομιμοποίησε» εν πολλοίς την οδήγηση στα όρια της πρόσφυσης, καθορίζοντας με το στιλ του μία εποχή τεράστιων αλλαγών για την F1.

3. Αντίκτυπος στην ομάδα

Ο συνολικός αντίκτυπος στο σπορ είναι πολύ σημαντική παράμετρος αξιολόγησης, σαφέστατα. Αλλά, ορισμένοι οδηγοί ήταν τόσο δυνατοί πόλοι, τόσο μεγάλης σημασίας για τις ομάδες με τις οποίες αγωνίστηκαν, που στην πορεία άλλαξαν και τον ρου της F1.

Ο πρώτος που έπραξε κατά τέτοιον τρόπο που καθόρισε την πορεία και την κληρονομιά μίας ολόκληρης ομάδας ήταν ο Jim Clark στη Lotus. Ο Σκωτσέζος γνώρισε κάθε επιτυχία στο british racing green της ομάδας του Colin Chapman, πριν χάσει αιφνίδια τη ζωή του το 1968. 

Τον ακολούθησαν αρκετοί οδηγοί, αλλά μόλις δύο μπορεί να πει κανείς πως είχαν αντίστοιχη επιρροή: Lauda και Schumacher.

Αμφότεροι αποτέλεσαν τους βασικούς πυλώνες, τους πυρήνες της αναμόρφωσης της Ferrari, σε εποχές που η ιταλική ομάδα γνώριζε μία παρατεταμένη παρακμή. Ο μεν Lauda έδωσε στο Μαρανέλο την συνέπεια και την σταθερότητα που είχε απολέσει μετά τον τίτλο του Surtees, ο δε Schumacher έγραψε τον μύθο του με την Scuderia, έχοντας τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο για κάθε αγωνιστική παράμετρο, βάζοντας το δικό του ‘work ethic’ και μεταφράζοντάς το σε νίκες και τίτλους από νωρίς.

Είναι αναμφίβολο, πάντως, πως στη σημερινή εποχή, αυτό καθίσταται πολύ δύσκολο να επαναληφθεί. Ίσως ο Hamilton να είναι ένα παράδειγμα οδηγού που μπόρεσε και μόνο με την έλευσή του να βελτιώσει την ομάδα, όμως δεν το έπραξε σε καμία περίπτωση στον βαθμό των οδηγών που αναφέρθηκαν ανωτέρω. 

4. Επιρροή προς τις μεταγενέστερες γενιές

Άλλο τόσο δύσκολο είναι να αξιολογηθούν οι οδηγοί που ακόμα αγωνίζονται ως προς την επιρροή τους προς τις επόμενες γενιές. Ενδεχομένως ο Hamilton ή ο Raikkonen, οι οδηγοί που έχουν τη μεγαλύτερη σε διάρκεια πορεία αυτή τη στιγμή, να έχουν επηρεάσει ως ένα βαθμό μία νέα γενιά οδηγών, όμως στην πραγματικότητα, είναι οι οδηγοί των περασμένων δεκαετιών που είχαν αυτήν την δύναμη προς τους ίδιους.

Σε αυτήν την παράμετρο, υπεισέρχεται και η μεταβλητή της εποχής. Ένας οδηγός που τώρα μπαίνει στην τρίτη δεκαετία της ζωής του, δεν έχει γνωρίσει τον Clark, τον Brabham, τον Lauda. Επηρεάστηκε από τον Senna και τον Schumacher. Αντιστοίχως ένας οδηγός που έδρασε τη δεκαετία του ’90. 

Πάντως, είναι αναμφίβολο πως οι πρωταθλητές, και ιδίως εκείνοι που έκαναν το διαφορετικό για μία σειρά χρόνων, έχουν κατορθώσει (ο καθένας στην εποχή του και για τους αμέσους επόμενους) να αφήσουν το στίγμα τους και άθελά τους να μεταλαμπαδεύσουν τις αξίες που εκείνοι έφεραν, το στιλ που εκείνοι υιοθέτησαν ή ακόμα και εισήγαγαν.

5. Διάρκεια

Η διάρκεια είναι άκρως σημαντική για την υστεροφημία ενός οδηγού. Το «πυροτέχνημα» είναι εύκολο να συναρπάσει εκείνη τη στιγμή, αλλά θα σβήσει, θα χαθεί. Εκείνος που μπορεί να περνούν συνεχόμενα χρόνια αλλά καταφέρνει να παραμένει στο ίδιο επίπεδο, αυτός ξεχωρίζει.

Το πιο πρόσφατο παράδειγμα τέτοιου τύπου οδηγού είναι -αναμφίβολα- ο Hamilton. Αποτελεί τον μοναδικό αγωνιζόμενο στην ιστορία της Formula 1 που έχει κερδίσει έστω έναν αγώνα κάθε χρονιά της καριέρας του, και πλέον μετρά 13 σεζόν στον θεσμό.

Η συνέπεια που διαθέτει ένας οδηγός δεν εξαρτάται μόνο από τις δικές του ικανότητες, αλλά πάντα οι καλοί και σταθεροί οδηγοί θα έχουν την ευκαιρία να βρίσκονται σε καλές και σταθερές ομάδες.

Όσο πιο παλιά κοιτάξει κανείς, όμως, τόσο πιο δύσκολα θα βρει «οδηγούς δεκαετίας», αν θέλετε. Πάντως, τα πρώτα χρόνια του σπορ ο Fangio έθεσε το στάνταρ, για να τον ακολουθήσει ο Moss, ο Brabham, ο Clark κι ο Stewart. 

 

Αυτή η λίστα παραμέτρων δεν είναι πανάκεια, ούτε αντιμετωπίζει τον εαυτό της ως τέτοιο. Το «απόλυτο μέτρο» δεν υφίσταται, δεν θα υπάρξει ποτέ. Άλλωστε, το πώς αντιμετωπίζει ο κάθε φίλαθλος τον εκάστοτε οδηγό έχει μέσα και τον ψυχολογικό τομέα, το πώς ένιωσε εκείνος όταν τον είδε να αγωνίζεται, αν τον είδε, πότε τον είδε. 

Οφείλουμε, όμως, να βρίσκουμε σταθερές όταν ξεκινούν τέτοιες συζητήσεις. Οι σταθερές θα οδηγήσουν στον διαχωρισμό «της ήρας από το στάρι».

Ακολουθήστε μας στα Twitter, Instagram, Youtube, Discord και Spotify

Total
0
Shares
Previous Article

Η Pirelli επίσημη προμηθεύτρια ελαστικών στο WRC από το 2021

Next Article

Ricciardo: Τα κακά αποτελέσματα μας έδιναν κίνητρο

Related Posts