Την 1η Μαΐου του 1955 ο Stirling Moss και ο συνοδηγός του, ο δημοσιογράφος Denis Jenkinson ολοκλήρωσαν αυτό που έμελλε να μείνει στην ιστορία ως το σημαντικότερο και συγχρόνως τρομακτικό ράλι από τα υπόλοιπα, το Mille Miglia, και αναδεικνύοντας τον Moss ως έναν από τους καλύτερους οδηγούς στην ιστορία. Χρειάστηκαν 10 ώρες, επτά λεπτά και 48 δευτερόλεπτα για να τερματίσουν στην πρώτη θέση, με μέση ωριαία ταχύτητα τα 158 km/h και όλα αυτά σε δημόσιους δρόμους. Το ρεκόρ αυτό δεν έχει καταρριφθεί μέχρι σήμερα και ήταν το αποτέλεσμα της φανταστικής οδήγησης του Moss, της πρωτοποριακής χρήσης των οδηγιών του Jenkinson και φυσικά της εξαιρετικής αξιοπιστίας της Mercedes-Benz 300 SLR.
Η ιστορία της 300 SLR ξεκίνησε περίπου τρία χρόνια νωρίτερα, όταν η Mercedes-Benz επέστρεψε στους αγώνες, λίγο μετά την επανέναρξη της παραγωγής με την 300 SL. Κατά την διάρκεια του πολέμου, τα “Silver Arrows” όπως τα είχαν ονομάσει οι εργαζόμενοι της εταιρίας, κατασκευάζονταν στην Στουτγάρδη και ήταν σχεδόν ασυναγώνιστα. Πολλοί από τους μηχανικούς που σχεδίασαν και κατασκεύασαν αυτά τα αυτοκίνητα εξακολουθούσαν να εργάζονται στην Mercedes, οπότε ήταν πραγματικά θέμα χρόνου η εταιρεία να επιστρέψει και πάλι στους αγώνες. Ήταν μια καλά προγραμματισμένη προσπάθεια, λαμβάνοντας υπόψη τα περιορισμένα διαθέσιμα οικονομικά μέσα, σε μια εποχή που μόλις ‘έβγαινε’ από τον πόλεμο.
Το 1955 το πρόγραμμα αγώνων της Mercedes-Benz επεκτάθηκε περαιτέρω με την κατασκευή της 300 SLR. Ήταν μια διθέσια έκδοση της W196 αλλά το πλαίσιο δεν ήταν πανομοιότυπο με τους προκατόχους της, αν και η ‘SLR’ χρησιμοποίησε ελατήρια στρέψης και εμπρός και πίσω. Το αμάξωμα ήταν κατασκευασμένο από electron (αλουμίνιο με μεγάλη περιεκτικότητα σε μαγνήσιο) για εξοικονόμηση βάρους. Το πίσω μέρους του αυτοκινήτου επιμηκύνθηκε και τοποθετήθηκε ένα διπλό φύλλο αλουμινίου που με την βοήθεια του υδραυλικού συστήματος των φρένων, χρησιμοποιήθηκε σαν αερόφρενο, βοηθώντας στο φρενάρισμα όπως επίσης βοηθούσε και στην κάθετη αεροδυναμική πίεση, ειδικά στις γρήγορες στροφές. Το εντελώς λείο και αεροδυναμικό design του αυτοκινήτου το έκανε ικανό να αναπτύσσει ταχύτητες άνω των 300km/h.
Όσον αφορά τον κινητήρα, ήταν ένας ατμοσφαιρικός, fuel injection, 8 κυλίνδρων και 3.000cc, τοποθετημένος διαμήκης στο εμπρός μέρος του αυτοκινήτου. Απέδιδε 310 ίππους στις 7.400rpm και ζύγιζε 234 κιλά. Ήταν κατασκευασμένος από silumin (μείγμα αλουμινίου με μια ειδική σιλικόνη) όπως επίσης και η κυλινδροκεφαλή, η οποία είχε 2 βαλβίδες ανά κύλινδρο με λειτουργία αποζυμωτικής βαλβίδας. Το κιβώτιο ταχυτήτων ήταν ένα χειροκίνητο 5 σχέσεων. Η μετάδοση περνούσε στον πίσω άξονα.
Το σασί ήταν κατασκευασμένο από χαλύβδινο σωληνοειδές χωροδικτύωμα. Η μπροστινή ανάρτηση αποτελούταν από διπλούς ράβδους, ράβδους στρέψης και τηλεσκοπικά αμορτισέρ ενώ η πίσω αποτελούταν από άξονες ταλάντωσης, ράβδους στρέψης και επίσης τηλεσκοπικά αμορτισέρ. Τα φρένα αποτελούταν από ταμπούρα και στους τέσσερις τροχούς για αυτό και η χρήση αερόφρενου, λόγω χαμηλής απόδοσης των φρένων.
Το συνολικό βάρος του αυτοκινήτου ανερχόταν στα 901kg.
Επίσης κατασκευάστηκαν επιπλέον 2 σασί για την coupe έκδοση, η οποίες δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ, με μόνη εξαίρεση ένα από τα δύο να κάνει κάτι δοκιμές στο τέλος της σεζόν. Το συγκεκριμένο αυτοκίνητο χρησιμοποιήθηκε αργότερα για χρήση στο δρόμο από τον αρχιμηχανικό Rudolf Uhlenhaut.
Οι επιτυχημένοι οδηγοί της Mercedes-Benz ανέλαβαν διπλό καθήκον το 1955, καθώς θα αντιπροσώπευαν τη γερμανική εταιρία και στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Αυτοκινήτων. Προετοιμάζοντας ακόμα τα καινούργια αυτοκίνητα, η γερμανική ομάδα έχασε τους πρώτους αγώνες της σεζόν. Το ντεμπούτο της SLR ήρθε στο Mille Miglia όπου συμμετείχαν τέσσερα αυτοκίνητα. Οι Moss και Jenks κέρδισαν τον αγώνα, οι οποίοι προηγούνταν κατά 32 λεπτά μπροστά από τον Juan Manuel Fangio, ο οποίος οδήγησε σόλο την άλλη SLR. Οι Hans Hermann και Karl Kling εγκατέλειψαν τον αγώνα μετά από ένα ατύχημα.
Ο επόμενος γύρος του πρωταθλήματος ήταν οι 24 ώρες του Le Mans. Αυτός ο αγώνας θα συσχετιστεί για πάντα με την 300 SLR, καθώς ο άλλος οδηγός της Mercedes, Pierre Levegh, ο οποίος τράκαρε στην προσπάθεια του να αποφύγει μια Austin Healey η οποία είχε στριμωχτεί στην αριστερή πλευρά της πίστας για να αποφύγει ένα άλλο αυτοκίνητο. Κατά την διάρκεια της πρόσκρουσης το αυτοκίνητο πήρε φωτιά και τα φλεγόμενα συντρίμμια από την SLR πετάγονταν στις κερκίδες, σκοτώνοντας 80 θεατές και τον ίδιο τον Levegh. Όταν οι ειδήσεις για το μέγεθος της καταστροφής έφτασαν στην ομάδα της Mercedes, η ομάδα απέσυρε αμέσως όλα της τα αυτοκίνητα. Μέχρι εκείνη την στιγμή το αυτοκίνητο των Moss/Fangio προηγούνταν κατά έναν γύρο σε σχέση με τον υπόλοιπο ανταγωνισμό.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο γύρων του πρωταθλήματος το φθινόπωρο του 1955, η Mercedes-Benz επέστρεψε στις νίκες. Στο Dundrod, ο Stirling Moss και ο John Fitch κέρδισαν με άνεση και διαφορά μπροστά από τις ακόμη δυο SLR. Ο Moss κέρδισε ξανά στο Targa Florio, αυτή τη φορά μαζί με τον Peter Collins. Κέρδισαν τους Kling και Fangio κατά τέσσερα λεπτά και ο τρίτος με Ferrari ήταν έξι λεπτά πίσω. Παρά την μη συμμετοχή της ομάδας στους πρώτους δύο αγώνες και την απόσυρση από τις 24 ώρες του Le Mans, η Mercedes-Benz στέφθηκε Παγκόσμια Πρωταθλήτρια στο τέλος του έτους.
Η τραγωδία στο Le Mans επισκίασε τις επιτυχίες της Mercedes-Benz και τελικά οδήγησε την εταιρία στην πλήρη απόσυρση της από το μηχανοκίνητο αθλητισμό στα τέλη του 1955. Το μορατόριουμ της εταιρείας για τους αγώνες διήρκεσε πάνω από τρεις δεκαετίες.
Τόσο ο Juan Manuel Fangio όσο και ο Stirling Moss έγιναν θρύλοι της ιστορίας των αγώνων της Mercedes-Benz, καθώς κέρδισε ο Moss με την 300 SLR με αριθμό εκκίνησης ‘722’.
Ακολουθήστε μας στα Twitter, Instagram, Youtube, Discord και Spotify