Ο νέος τίτλος της Formula 1 αποτελεί ένα ακόμα βήμα εμπρός στην προσπάθεια της Codemasters να προσεγγίσει τον casual gamer και τον simracer με τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο βαθμό.
Πόσο μπορεί να αλλάξει ένας ετήσιος τίτλος για ένα σπορ που δεν μεταλλάσσεται ριζικά κάθε χρόνο; Αυτό είναι ένα ερώτημα που αποθαρρύνει αρκετούς από το να αγοράσουν κάθε installment του αθλητικού genre, είτε μιλάμε για ποδόσφαιρο, είτε για μπάσκετ – είτε ακόμα και για τη Formula 1.
Το ίδιο ερώτημα ταλαιπωρεί και τους δημιουργούς αυτών των παιχνιδιών, που προσπαθούν να πάρουν ένα προϊόν με τεράστια δημοφιλία και να το αλλάξουν αρκετά ώστε να αξίζει η αναβάθμιση – πέραν από τα νέα μονοθέσια ή τις όποιες νέες πίστες.
Βελτιωμένη εμπειρία οδήγησης
Το πρώτο και κύριο κομμάτι ενός racing τίτλου είναι αναπόδραστα η οδηγική εμπειρία, κι όταν ο τίτλος είναι ετήσιος, έχει σημασία πόσα έχουν αλλάξει ή βελτιωθεί σε σχέση με την περσινή έκδοση. Το F1 2020 δοκιμάστηκε για το παρόν review με χειριστήριο σε PS4 και τα συμπεράσματα είναι άκρως ικανοποιητικά. Το μεγάλο θέμα που εντοπιζόταν στο input lag, δηλαδή στην καθυστέρηση της αντίδρασης του παιχνιδιού στο πάτημα κάθε κουμπιού από το pad, έχει εξαλειφθεί – κι αυτό γίνεται σαφέστερο σε πίστες όπως είναι το Albert Park, το Ανόι, το Μονακό, τα σιρκουί δηλαδή εκείνα που απαιτούν από τον οδηγό να αλλάζει γρήγορα και απότομα κατευθύνσεις, να παίζει με το γκάζι και το φρένο πιο συχνά από ότι σε πίστες όπως το Μόντρεαλ ή η Αυστρία. Μοιάζει να έχει κλείσει κι άλλο η ψαλίδα με το τιμόνι, που σε συγκριτικό τεστ φαίνεται να υπερέχει, αλλά όχι όπως σε παλιότερες εκδόσεις. Εκτιμούμε πως αυτό είναι θετικό: η πλειονότητα των gamers που θα επιλέξουν το παιχνίδι θα το απολαύσουν με pad και ο εύκολος χειρισμός είναι μεγάλο ατού για τον παίκτη.
Στα του χειρισμού, πρέπει να σημειωθεί ότι -ακόμα και με pad- το πίσω μέρος στα σύγχονα μονοθέσια είναι πολύ πιο σταθερό και προβλέψιμο. Η υπερστροφή εκλείπει και έχει δώσει την θέση της στην υπόστροφη: το βασικό χαρακτηριστικό των πιο μη-ανταγωνιστικών μονοθέσιων (Haas, Alfa Romeo, Williams) είναι ότι δύσκολα βάζουν το εμπρός μέρος στις στροφές, ενώ μέχρι πέρυσι ήταν οι δονήσεις και η έλλειψη πρόσφυσης από το πίσω μέρος. Αυτό, όσο εκνευριστικό κι αν είναι, είναι σαφώς πιο διαχειρίσιμο με την παραμετροποίηση του setup σε σχέση με ένα υπερστροφικό, νευρικό μονοθέσιο.
Έπειτα, η απλοποίηση του ERS είναι άκρως καλοδεχούμενη αλλαγή. Οι πέντε διαφορετικές ρυθμίσεις, όπως αυτές εισήχθησαν από τον τίτλο του 2018, ήταν μία ενδιαφέρουσα προσθήκη που έβαζε μία διαφορετική παράμετρο στη διαχείριση του αγώνα, μαζί με τα ελαστικά και το καύσιμο, αλλά ήταν άκρως μη-ρεαλιστική και αρκετά «κουραστική». Από φέτος, υπάρχουν μόνο δύο modes κατά τη διάρκεια του αγώνα: Medium, που είναι default επιλεγμένο, και με το πάτημα ενός κουμπιού, το Overtake για να πιέσει ο οδηγός στη διάρκεια μίας μάχης. Είναι μία πολύ πιο απλή διαδικασία, που βοηθά τον χρήστη να επικεντρωθεί στην οδήγησή του.
Σε ό,τι αφορά την AI, η βελτίωση, αν κι όχι εμφανής, είναι σίγουρα αισθητή μετά από μερικούς αγώνες. Η δυσκολία ανεβαίνει παράλληλα με τη μαχητικότητα των αντιπάλων, οι οποίοι πλέον κάνουν και λάθη μεταξύ τους, πιο συχνά από όσο συνέβαινε στο παρελθόν. Θετικό, ειδικά από τη στιγμή που το solo gameplay είναι τρομερά πλούσιο, πιο πλούσιο από ποτέ, οπότε ο παίκτης θα χαρεί να ξέρει ότι μπορεί να παραμετροποιήσει τη δυσκολία και να περιμένει και την αντίστοιχη αντίδραση ανάλογα με το επίπεδο στο οποίο θέλει να αγωνιστεί.
MyTeam: Μία καλή βάση
Το μεγάλο ‘selling point’ της φετινής κυκλοφορίας είναι με διαφορά το My Team mode, που δίνει τη δυνατότητα στον παίκτη να ξεκινήσει τη δική του ομάδα από το μηδέν, έχοντας πλήρη έλεγχο πάνω στα διοικητικά της, όντας παράλληλα και οδηγός της.
Από την επωνυμία της ομάδας και το livery της, μέχρι τον κινητήρα που θα προμηθεύεται, τους χορηγούς που θα υπογράψει, τον 2ο οδηγό της, όλα είναι ευθύνη του παίκτη, που καλείται να εξελίσσει όχι μόνο το μονοθέσιο, αλλά πρωτίστως τις εγκαταστάσεις της 11ης ομάδας του grid. Υψίστης σημασίας είναι κι η επιλογή του οδηγού, αφού σε πρώτη φάση οι εναλλακτικές του παίκτη περιορίζονται σε ορισμένους συμμετέχοντες της Formula 2, μεταξύ αυτών κι ο εκλιπών Anthoine Hubert.
Η προσθήκη του Will Buxton, του γνωστού δημοσιογράφου της F1, είναι μία έξυπνη κίνηση, αφού όσα απαντήσει ο χρήστης στη μεταξύ τους συνέντευξη πριν την έναρξη της σεζόν θα παίξουν ρόλο στην κατεύθυνση που θα πάρει η ομάδα. Αν ο παίκτης δώσει έμφαση στο aero department, αυτό το κομμάτι της ομάδας, καθώς κι ο συγκεκριμένος τομέας του μονοθέσιου, θα είναι από την αρχή πιο ανεπτυγμένος από τους άλλους.
Φτάνοντας στα Grand Prix, όσοι έχουν παίξει ξανά το παιχνίδι θα δουν τη γνώριμη δομή του career mode: προγράμματα κατά τη διάρκεια των ελεύθερων δοκιμών που δίνουν resource points για την εξέλιξη νέων μερών για το μονοθέσιο, στόχοι για το κάθε session και το κλασικό μενού των διάφορων sessions. Η διαφορά είναι πως, κάθε πρόγραμμα που ολοκληρώνεται επιτυχώς, δίνει ένα ‘acclaim boost’ στους δύο οδηγούς της ομάδας, των οποίων τα resource points συμψηφίζονται προς όφελός της. Το αυξημένο acclaim σημαίνει ευκαιρίες για περισσότερους και καλύτερους χορηγούς, καθώς και μεγαλύτερη φήμη για την ομάδα συνολικά, που μπορεί να οδηγήσει με τη σειρά της στην υπογραφή ενός καλύτερου 2ου οδηγού.
Όλα έχουν τον σκοπό τους σε αυτό το mode. Κάθε κίνηση του παίκτη μετράει, και η διαχείριση της αγωνιστικής εικόνας του ίδιου και της ομάδας έχει την ίδια βαρύτητα με αυτήν των εξωαγωνιστικών ζητημάτων – κι αυτό είναι «δίκοπο μαχαίρι». Όσο θετικό κι αν είναι για τον hardcore fan, που θέλει να ακολουθήσει τα βήματα των Jack Brabham και Bruce McLaren, ο αμύητος μάλλον θα χαθεί στην πολυπλοκότητα, και θα επιλέξει την απλή καριέρα.
Η καριέρα παραμένει σταθερή αξία, με την F2 παρούσα
Το career mode είναι μία σταθερά των τίτλων της Formula 1 υπό την Codemasters. Η προσθήκη της Formula 2 έχει ανεβάσει αρκετά το immersion μέσα στο σπορ, πρώτα με την εισαγωγή μόλις τριών αγώνων και ενός ενδιαφέροντος (αν και παραμελημένου μέσα στη διάρκεια του mode) storyline, ενώ φέτος, χωρίς αυτό το story, αλλά με τη δυνατότητα πλήρους χρονιάς στην F2, η ένταξη μέσα στο κλίμα του ‘Road To F1’ γίνεται ακόμα πιο άμεση και βαθειά.
Η απόδοση του παίκτη στο δεύτερο τη τάξη πρωτάθλημα θα καθορίσει από ποιες ομάδες θα λάβει προτάσεις για να προαχθεί στη Formula 1, και με την επιλογή ένταξης σε κάποια ακαδημία, αυξάνει τις πιθανότητές του να πάει σε μία ομάδα της αρεσκείας του.
Συνολικά, δεν υπάρχουν διαφορές στο πώς δομείται, πράγμα που θα ενθαρρύνει αρκετούς να επιλέξουν την «ευκολία» αυτού του mode, αν πειραματιστεί με το My Team και δε μείνει ικανοποιημένος.
Deluxe Schumacher Edition
Στα χέρια μας είχαμε την πλήρη έκδοση του παιχνιδιού, με τα 4 μονοθέσια του Michael Schumacher: Jordan 191, Benetton B194 και B195 και τη Ferrari F2000.
Μαζί με τα μονοθέσια, δίνονται ειδικές φόρμες και κράνη του Schumacher, καθώς και το πρόσωπό του στη δημιουργία του χαρακτήρα, που μπορεί να χρησιμοποιήσει κι ο παίκτης.
Είναι το τέλειο πακέτο για τον fan του τεράστιου Γερμανού και μία συλλεκτική έκδοση για τον F1 fan.
Νέες πίστες
Υπό κανονικές συνθήκες, θα είχαν γίνει ήδη τόσο ο πρώτος αγώνας στο Βιετνάμ, όσο κι η επιστροφή στην Ολλανδία. Προς το παρόν, όμως, η μοναδική ευκαιρία των απανταχού φίλων της Formula 1 για να δει δράση σε αυτές τις πίστες είναι το εν λόγω παιχνίδι.
Η πρώτη επαφή με την πίστα στους δρόμους του Ανόι ήταν άκρως ιδιαίτερη, αλλά και παραδόξως γνώριμη. Θυμίζει Μπακού, θυμίζει Σότσι, είναι παραδοσιακή Hermann Tilke πίστα, δηλαδή νερόβραστη κι επιτηδευμένα δύσκολη. Μεγάλες ευθείες (δύο στον αριθμό), παρατεταμένες στροφές σαν roundabouts, και ένα τελευταίο σέκτορ που προσπαθεί να θυμίσει Maggots-Beckets-Chapel, με μεγάλη αποτυχία. Με μία λέξη: βαρετή.
Στον αντίποδα, το Zandvoort έχει κάτι το εξαιρετικά vintage, παρά την ανακαίνιση των υποδομών και την αλλαγή στην 3η και την τελευταία στροφή. Είναι αρκετά στενή, τεχνική, με ροή και φυσικές υψομετρικές διαφορές, αλλά και με ελάχιστες ευκαιρίες για προσπέρασμα, πράγμα που καθιστά τα lobby races μία σωστή παγίδα θανάτου.
Το συμπέρασμα
Το F1 2020 είναι ένα βήμα μπροστά για τη σειρά, η οποία, όσο κι αν δεν μπορεί να επανεφευρίσκει τον εαυτό της κάθε χρόνο, προσπαθεί να διαφοροποιείται αρκετά, πατώντας πάνω στην επιτυχημένη συνταγή των περασμένων ετών.
Ακολουθήστε μας στα Twitter, Instagram, Youtube, Discord και Spotify